Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Buena Vista Social Club - Η «δικαίωση»

Ο Nick Gold είναι Βρετανός παραγωγός της εταιρίας World Circuit. Ο Ry Cooder, Αμερικανός κιθαρίστας. Ο πρώτος, είναι ο ιθύνων νους, ο εγκέφαλος κάθε μουσικού εγχειρήματος, ο γεννήτορας του – κάθε – επόμενου μουσικού project. Ο δεύτερος, είναι ο μουσικός εκτελεστής.

Επόμενο ήταν λοιπόν ο Gold να προσκαλέσει τον Cooder, το 1996, ώστε να του αναθέσει ένα φιλόδοξο σχέδιο: την ηχογράφηση δίσκων με Κουβανέζικη μουσική. Από μουσικής άποψης, η μουσική της Κούβας αποτελεί ένα αμάλγαμα ρυθμών και ήχων, οι ρίζες των οποίων θα πρέπει να αναζητηθούν στις διάφορες εθνότητες που κατοίκησαν ανά τους αιώνες το νησί: έντονες αφρικανικές επιρροές, οι οποίες, μπλεγμένες με τις αρχέγονες ισπανικές, δημιουργούν ευφάνταστες ηχητικές μίξεις και γεννούν λέξεις όπως rumba, salsa, son, mambo, habanera, guahira. 
Το project του Gold ήθελε το προς ηχογράφηση ηχητικό υλικό να παιχτεί από τους γνήσιους εκπρόσωπους αυτού του μουσικού είδους, δηλαδή Κουβανούς και Δυτικοαφρικανούς μουσικούς. «Πού θα ηχογραφήσουμε;» θα αναρωτήθηκε ο Ry. Μα, «φυσικά, στην Κούβα!»
Ο Cooder σπεύδει στην Αβάνα μέσω... Μεξικό (αφού το Αμερικανικό εμπάργκο δεν επιτρέπει απευθείας πτήσεις στην Κούβα) και ξεκινά τις προετοιμασίες με τους ντόπιους μουσικούς, αναμένοντας την άφιξη των Αφρικανών. Δυστυχώς οι τελευταίοι «κόλλησαν» στο Παρίσι, λόγω του ότι δεν είχαν εξασφαλίσει την πολυπόθητη βίζα, με αποτέλεσμα η παρουσία τους να τίθεται εν αμφιβόλω. Η απρόσμενη εξέλιξη δεν πτόησε τους δυο «αυτουργούς», που θεώρησαν πρέπον να φτάσουν μέχρι τέλους το project τους. Έτσι, αλλάζουν προσανατολισμό και ξεκινούν τις ηχογραφήσεις μόνο με τους Κουβανούς μουσικούς και τραγουδιστές. Συμπαραστάτης και συμπαραγωγός τους είναι ο μουσικός Juan de Marcos Gonzalez, Κουβανός στην καταγωγή και αρχηγός της μπάντας «Afro-Cuban all stars».

Afro Cuban All Stars - A Toda Cuba Le Gusta

Το μουσικό καστ που δημιουργείται αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση στα παγκόσμια μουσικά χρονικά. Και αυτό γιατί, στα πολύτιμα λεπτά του ηχητικού υλικού που λαμβάνεται, φιλοξενούνται οι φωνές των τραγουδιστών και οι ήχοι των οργάνων που αντηχούσαν στην προεπαναστατική Κούβα και συγκεκριμένα στο, διάσημο για τους Αμερικανούς κοσμοπολίτες, «Buena Vista Social Club», το οποίο μεγαλουργούσε τις δεκαετίες του ’30 και του ’40 στην Αβάνα. Αποτελώντας μια μουσική και χορευτική λέσχη, το «Buena Vista» ήταν μια μήτρα πολιτισμού, στην οποία συναντιόταν μουσικοί και χορευτές της εποχής και γεννιώνται καινούργοι ήχοι. Την εποχή της άνθισης, τα προγράμματα που παρουσιάζονται καθιστούν διάσημους τους τραγουδιστές εκείνης της περιόδου, τόσο εντός των τειχών, όσο και στις Η.Π.Α. Το ταλέντο τους, η αυθεντικότητά τους και η καλλιτεχνική τους ταυτότητα, τους επιτρέπει να διεκδικούν μερίδιο φήμης από τους διάσημους μουσικούς και τραγουδιστές των μεγάλων μουσικών σκηνών της Αμερικής. 

Tο πλήρωμα του χρόνου όμως, που έρχεται στα τέλη της δεκαετίας του ’40, υποχρεώνει τη λέσχη σε παρακμή και σε οριστικό κλείσιμο, αφανίζοντας τον ζωτικό χώρο των καλλιτεχνών. Η Κουβανική επανάσταση, που ξεκινά δειλά – δειλά το ‘53 και το Αμερικανικό εμπάργκο που, ως απόρροια του Ψυχρού Πολέμου, επιβάλλεται το ’60, επέφεραν κοινωνικές αλλαγές που ήταν πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστούν από τον Κουβανικό λαό, μη εξαιρουμένων και των διάσημων του «Buena Vista». Οι όποιες σκέψεις ή απόπειρες για φυγή στο εξωτερικό (και κυρίως στις Η.Π.Α. όπου υπήρχαν οι προϋποθέσεις για μια καριέρα) «σκόνταφταν» στο τείχος που είχε υψωθεί από την κυβέρνηση του Αϊζενχάουερ. Το αποτέλεσμα ήταν να εγκλωβιστούν εντός της χώρας και να ασκούν, πέραν της μουσικής, πλήθος άλλων επαγγελμάτων για να ζήσουν.

Εξώφυλλα έκδοσης cd «Buena Vista Social Club»
Στα 1996 λοιπόν, το πλάνο της ηχογράφησης των εκφραστών της δεκαετίας του ’40, είναι ένα εγχείρημα τολμηρό. Και αυτό γιατί οι κακουχίες που αντιμετώπισαν αυτοί οι άνθρωποι, αλλά και το πέρας του χρόνου (οι περισσότεροι, αν ζούσαν, θα ήταν ήδη άνω των 70 – 75 ετών), δεν εγγυώνται την επιτυχία στο τελικό αποτέλεσμα. Κάθε διαβεβαίωση που αφορά την ύπαρξη τους στη ζωή, αποτελεί και ένα μικρό θαύμα. 
Ένα από τα ονόματα της εποχής του «Buena Vista Social Club», είναι ο, γεννημένος το 1907, τραγουδιστής Compay Segundo. Διάσημος ήδη από τη δεκαετία του ’20 και του ’30, ο Segundo, εφευρέτης της 7-χορδης κιθάρας (το επονομαζόμενο armonico) και με φωνή βαρύτονου, είναι ήδη θρύλος. Ο απόλυτος εκφραστής του son, μετά το κλείσιμο της λέσχης, συμπλήρωνε τα εισοδήματά του από την μουσική τυλίγοντας πούρα.
Ο επόμενος είναι ο Ibrahim Ferer, γεννημένος το 1927. Ο Cooder τον χαρακτηρίζει «Nat King Cole της Κούβας», επειδή τραγουδά  το ίδιο αισθαντικά με τον διάσημο Αμερικανό τραγουδιστή. Αυτή η ιδιαιτερότητα της φωνής του Ferer, αποτελεί ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο μειονέκτημα του, καθώς τον θέτει στο περιθώριο: η μόδα των «soft» τραγουδιστών περνά εκεί γύρω στο ’50 και ο Ferer συμπράττει σε μουσικές μπάντες τραγουδώντας ρυθμικότερα τραγούδια αλλά και boleros, στα οποία παραμένει αυθεντία. Στα τέλη του ’80 αποσύρεται και δουλεύει ως... λούστρος για να ζήσει. Τον «ξετρυπώνει» ο Juan de Marcos Gonzalez, ο οποίος, έχει την γνώση να ψάξει στα σωστά μέρη: τον βρίσκει στα στενά σοκάκια της Αβάνας και τον φέρνει «με το  βερνίκι ακόμη στα χέρια και το πρόσωπο» (όπως αφηγείται ο Ferer στο ντοκιμαντέρ του Wim Wenders «Buena Vista Social Club») στα στούντιο της Egrem. O Ferer, στα 70 του, κέρδισε βραβείο Latin Grammy ως ο «καλύτερος νεοεμφανιζόμενος καλλιτέχνης»...  Το 2000, ο δίσκος του «Buenos Hermanos» κέρδισε βραβείο Grammy, ως το καλύτερο λάτιν άλμπουμ. Ο Ferer δεν παρέλαβε ποτέ του το βραβείο, λόγω του ότι δεν του δόθηκε η πολυπόθητη βίζα για το ταξίδι στις Η.Π.Α. 
Ψηλά στη λίστα είναι και ο, βιρτουόζος σολίστας ήδη από την δεκαετία του ’40,  πιανίστας Ruben Gonzalez, γεννηθείς το 1919. Ο Gonzalez, ο οποίος δούλευε ως πιανίστας μέχρι και την δεκαετία του ’80, απεσύρθη όταν διαγνώστηκε πως έπασχε από αρθριτικά. Η δεκαετής αποχή του από τα μουσικά πράγματα είχε καλλιεργήσει στην κοινή γνώμη την αίσθηση πως είχε πεθάνει. Και αυτό απάντησαν στον Cooder, όταν τον αναζήτησε φτάνοντας στην Κούβα. Για καλή του τύχη, ο Gonzalez ζούσε. 

Introducing Ruben Gonzalez

Την ομάδα του Buena Vista Social Club συμπληρώνουν η, επίσης βραβευμένη με Grammy, τραγουδίστρια Omara Portuondo, ο τραγουδιστής Pío Leyva και οι Eliades Ochoa (τραγούδι, φωνή), Carlos Gonzalez (bongos), Manuel "Guajiro" Mirabal (τρομπέτα), Julienne Oviedo Sanchez (τυμπάλες), Barbarito Torres (Ισπανικό λαούτο), Amadito Valdes και Alberto "Virgilio" Valdes (κρουστά), Lazaro Villa (φωνητικά, κρουστά), Jesus "Aguaje" Ramos (τρομπόνι), Papi Oviedo (τρες), Anga Diaz (κρουστά), Orlando "Cachaito" Lopez (μπάσο), Manuel Galaban (κιθάρα) και ο Juan de Marcos Gonzalez (κιθάρα, φωνητικά, κρουστά).
Το συνολικό υλικό το οποίο ηχογραφείται, αποτυπώνεται σε τρεις δίσκους, οι οποίοι μεταφέρουν, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, αυτούσιο το χρώμα της Κουβανέζικης μουσικής. 
Ο πρώτος δίσκος φέρει το όνομα «A todo Cuba le gusta» και είναι προϊόν της μπάντας «Afro-Cuban all stars». Παραγωγός του δίσκου είναι ο ηγέτης της μπάντας Juan de Marcos Gonzalez, που τραγουδά στον δίσκο και παίζει τρες – ένα διπλόχορδο, τρίχορδο κιθαρόνι της Κούβας. Οι ηχογραφήσεις περιλαμβάνουν ακούσματα με έντονους ρυθμούς (son) και δυνατές μουσικές ενορχηστρώσεις. Πρεσβευτές είναι οι βετεράνοι Ruben Gonzalez στο πιάνο και Orlando "Cachaito" Lopez στο μπάσο και οι τραγουδιστές Ibrahim Ferrer, Pio Leyva, Manuel "Puntillita" Licea, Raul Planas, Antonio "Maceo" Rodriguez και Felix Valoy. Ο de Marcos αφιέρωσε το άλμπουμ στον Ruben Gonzalez, αποκαλώντας τον «μουσική ιδιοφυία του Κουβανέζικου πιάνου».

Buena Vista Social Club at Carnegie Hall



Τα τραγούδια του δίσκου «A todo Cuba le gusta» είναι:
1. Amor Verdadero (φωνητικά Manuel "Puntillita" Licea)
2. Alto Songo (Antonio "Maceo" Rodriguez)
3. Habana Del Este (ορχηστρικό)
4. A Toda Cuba Le Gusta (Raul Planas)
5. Fiesta De La Rumba (Felix Valoy)
6. Los Sitio' Asere (Antonio "Maceo" Rodriguez, Felix Valoy)
7. Pio Mentiroso (Pio Leyva)
8. Maria Caracoles (Ibrahim Ferrer)
9. Clasiqueando Con Ruben (ορχηστρικό)
10. Elube Changο (Juan de Marcos Gonzalez)

Ο δεύτερος δίσκος είναι αυτός με την μεγαλύτερη σπουδαιότητα, μιας που εστιάζει περισσότερο σε τραγούδια ψυχής και περιλαμβάνει λιγότερο ρυθμικά ακούσματα, εν συγκρίσει με τον πρώτο δίσκο. Οι ήχοι και οι εντάσεις χαμηλώνουν, ώστε να ξεδιπλωθεί ακέραιο το ερμηνευτικό ταλέντο των Ibrahim Ferer και Compay Segundo. Βαθιές ανάσες, καθαρές, γεμάτες νότες και υπέροχες καταλήξεις σε κάθε φράση, είναι λίγες μόνο από τις λεπτομέρειες του δίσκου που μπορούν να σε παρασύρουν και να σε μεταφέρουν γλυκά στην δεκαετία του ’30 και του ’40. 

 Τα τραγούδια του δίσκου είναι τα ακόλουθα:
1. Chan Chan (Ibrahim Ferer, β’ φωνή Compay Segundo)
2. De Camino A La Vereda (Ibrahim Ferer)
3. El Cuarto De Tula (ορχηστρικό)
4. Pueblo Nuevo (ορχηστρικό)
5. Dos Gardenias (Ibrahim Ferer)
6. Y Tu Que Has Hecho (Compay Segundo)
7. Veinte Anos (Omara Portuondo, β’ φωνή Compay Segundo)
8. El Carretero (Eliades Ochoa, β’ φωνή Ibrahim Ferer)
9. Candela (Ibrahim Ferer, Eliades Ochoa)
10. Amor De Loca Juventud (Compay Segundo)
11. Orgullecida (Compay Segundo)
12. Murmullo (Ibrahim Ferer)
13. Buena Vista Social Club (ορχηστρικό)
14. La Bayamesa (Ibrahim Ferer)

Ο τρίτος δίσκος, είναι ορχηστρικός και ονομάζεται «Introducing… Ruben Gonzalez» και αφορά τον πιανίστα Ruben Gonzalez, ο οποίος στην ηλικία των 77 ετών κάνει το... ντεμπούτο του ως «το πρώτο όνομα» του δίσκου. Όταν τον συνάντησε ο Cooder, έμαθε έκπληκτος πως ο Gonzalez ουδέποτε είχε δικό του πιάνο, ενώ τα δάχτυλα του παρέμεναν άπραγα για μια δεκαετία. Με εντατική, δεκαήμερη, εξάσκηση, ο Gonzalez επανήλθε στο επίπεδο που βρισκόταν και μπαίνει στο στούντιο. Οι ηχογραφήσεις γίνονται στο περιθώριο των ηχογραφήσεων των δυο προηγούμενων δίσκων και διαρκούν δυο μόλις ημέρες. 

Τα ακούσματα περιλαμβάνουν ήχους son cubano (Ισπανικές μελωδίες σε Αφρικάνικους ρυθμούς) – είδος του οποίου η πρωτοτυπία αποδίδεται στον Gonzalez αλλά και τζαζ περάσματα. Ακούγοντας τον, εντυπωσιάζεσαι από την ευχέρεια με την οποία ταξιδεύουν τα χέρια του πάνω στο κλαβιέ, από τον τρόπο με τον οποίο αφήνει το πιάνο του να αναπνεύσει, από την ευκολία με την οποία αναμιγνύει μελωδίες της πατρίδας του με μουσικά θέματα άλλων χωρών, ενίοτε και κλασικής μουσικής. 

Buena Vista Social Club


Το πάθος  του αποτυπώνεται ακέραιο στα 45 λεπτά του δίσκου, όπου ο Ruben παίζει «στα 10/10», κοντρολάροντας τον ήχο του πιάνου με έναν εντυπωσιακό τρόπο. Ο Cooder αναφέρει πως είναι η πρώτη φορά που συναντά έναν τέτοιο σολίστα, ενώ τον θεωρεί ισάξιο ταλέντο με αυτό του Αμερικανού πιανίστα (και τζαζίστα, φυσικά) Thelonious Monk. Και αν ο Gonzales, μέσα στην ταπεινότητά του δεν ήθελε να ακούει φιλοφρονήσεις για το ταλέντο του και το πάθος του, ίσως να έχουν περισσότερη αξία τα λόγια του: «αν δεν μπορώ να πάρω μαζί μου το πιάνο στον Παράδεισο, τότε δεν θέλω να πάω».

           Τα κομμάτια του (ορχηστρικού) δίσκου είναι τα ακόλουθα:
1. La Enganadora 
2. Cumbanchero 
3. Tres Lindas Cubanas 
4. Melodia Del Rio
5. Mandinga
6. Siboney
7. Almendra 
8. Tumbao 
9. Como Siento Yo

Οι ηχογραφήσεις και των τριών δίσκων γίνονται μέσα σε λίγες ημέρες στο Egrem Studio στην Αβάνα την άνοιξη του 1996, ενώ γίνονται και επιπρόσθετες ηχογραφήσεις στο Λος Άντζελες. Η τελική μίξη γίνεται στο Λονδίνο, ώστε να κυκλοφορήσουν στα τέλη του 1997 με την ετικέτα της World Circuit.
Μετά το πέρας των ηχογραφήσεων και την κυκλοφορία των δίσκων, ο Cooder συνεργάζεται με τον Γερμανό σκηνοθέτη Wim Wenders, προκειμένου να προχωρήσουν στην δημιουργία ενός φιλμ που θα αφορά τον Ibrahim Ferer. Το ντοκιμαντέρ κυκλοφορεί με το όνομα «Buena Vista Social Club Presents: Ibrahim Ferrer» και ξεδιπλώνει το χρονολόγιο του βίου του σπουδαίου τραγουδιστή. Ο Wenders, βρίσκει την ευκαιρία να βιντεοσκοπήσει παράλληλα και τους συντελεστές των προαναφερθέντων δίσκων, μουσικούς και τραγουδιστές, έναν προς έναν, παίρνοντας τους συνεντεύξεις. Έτσι δημιουργείται το δεύτερο ντοκιμαντέρ «Buena Vista Social Club», το οποίο κυκλοφορεί το 1999 και κερδίζει και μια υποψηφιότητα για Όσκαρ τον επόμενο χρόνο.
Στο διάρκειας εκατό λεπτών φιλμ, πέραν από τα των συνεντεύξεων, προβάλλονται και πλάνα από τις ηχογραφήσεις στο Egrem studio. Αξίζει να σημειωθεί πως η ηχογράφηση γίνεται με την παλαιά μέθοδο, όπου όλοι οι μουσικοί κάθονται τριγύρω από τον τραγουδιστή και παίζουν ταυτόχρονα. Μια τεχνική που απαιτεί μεγάλη δεξιοτεχνία και μέγιστη αυτοσυγκέντρωση, καθώς κάθε λάθος ενός από τους μουσικούς ή τους τραγουδιστές, σημαίνει επανάληψη της ηχογράφησης του τραγουδιού από την αρχή. Το αποτέλεσμα είναι μια ηχογράφηση που κυλά φυσικά, δίχως κόψε – ράψε. Μάλιστα, οι πιο προσεκτικοί ακροατές θα μπορέσουν να διακρίνουν ανάμεσα στις παύσεις των τραγουδιών τους ψιθύρους του μαέστρου, καθώς μετρά τα μέτρα των μουσικών παύσεων και προετοιμάζει την ορχήστρα για τη στιγμή που θα ξαναπαίξει. 
Η κυκλοφορία των δίσκων δημιουργεί μια αναστάτωση στα παγκόσμια μουσικά χρονικά. Ειδικά ο δίσκος «Buena Vista Social Club» σπάει κυριολεκτικά ταμεία, καθιστώντας το γκρουπ διάσημο. Η μεγάλη ζήτηση οδηγεί τον Cooder στην απόφαση να κάνουν μια παγκόσμια περιοδεία, μεαποκορύφωμα την εμφάνιση στο Carnegie Hall, στις 1/7/1998. Η ζωντανή ηχογράφηση της συναυλίας, κυκλοφόρησε το 2008 σε παραγωγή του Ry Cooder και περιλαμβάνει 2 δίσκους με τα ακόλουθα τραγούδια:
Δίσκος Α:
1. Chan chan
2. De Camino a la Vereda
3. El Cuarto de Tula
4. La Engañadora
5. Buena Vista Social Club
6. Dos Gardenias
7. Quizás, Quizás
8. Veinte Años

Δίσκος Β:
1. Orgullecida
2. Y Tú Qué Has Hecho
3. Siboney
4. Mandinga
5. Almendra
6. El Carretero
7. Candela
8. Silencio

Lost and found


Το 2015, η World Circuit κυκλοφόρησε έναν δίσκο με τον τίτλο «Lost and Found - Buena Vista Social Club», στον οποίο περιλαμβάνονται ηχογραφήσεις από το Egrem Studio που δεν εντάχθηκαν στην πρώτη κυκλοφορία του 1997, καθώς και ακυκλοφόρητες live ηχογραφήσεις της μπάντας από τις ζωντανές εμφανίσεις τους, με το ακόλουθο tracklist:
1. Bruca Manigua
2. Macusa
3. Tiene Sabor
4. Bodas de Oro
5. Black Chicken 37
6. Habanera
7. Como Fue
8. Guajira en F
9. Quiéreme Mucho
10. Pedacito de Papel
11. Mami Me Gustó
12. Lágrimas Negras
13. Como Siento Yo
14. Rubén Sings!

Η μπάντα συνέχισε (και συνεχίζει) τις εμφανίσεις της μετά τον θάνατο των γηραιότερων εκπροσώπων της (ο Compay Segundo έφυγε το 2003, ο Ibrahim Ferer το 2005, ο Ruben Gonzalez το 2003, o Pio Leyva το 2006). Η σκυτάλη πέρασε στις νεότερες γενιές, που, διατηρώντας σαν κόρη οφθαλμού την προίκα που τους χαρίστηκε, τη μεταλαμπαδεύουν με σεβασμό ανά τον κόσμο.
Εκφέροντας προσωπική γνώμη, η πιο συγκινητική στιγμή του φιλμ είναι τα πλάνα του Wenders με τους τραγουδιστές στους δρόμους της Νέας Υόρκης (εν όψει της εμφάνισης στο Carnegie Hall). Κουβαλώντας στις πλάτες τους μια ζωή γεμάτη στερήσεις, τώρα, βλέπεις την ψιλόλιγνη σιλουέτα του Ferer να περπατά ανάμεσα στους ουρανοξύστες και να εντυπωσιάζεται από τα φώτα και τη μεγαλοπρέπεια των κτιρίων. Ο ίδιος χαρακτηρίζει πρωτόγνωρη την εμπειρία, ευχαριστεί τον Θεό που τον αξίωσε να ζήσει στα 70 του κάτι τέτοιο, ενώ δεν σταματά να βγάζει φωτογραφίες τους πολυσύχναστης μητρόπολης. 
Στο ίδιο μήκος κύματος και η βόλτα των Pio Leyva και Orlando Lopez, οι οποίοι, θαμπωμένοι από αυτό που αντικρύζουν τα μάτια τους, στέκονται μπροστά στις βιτρίνες των εμπορικών καταστημάτων και χαζεύοντας κούκλες - ομοιώματα των Προέδρων της Αμερικής, προσπαθούν να αναγνωρίσουν τις φιγούρες… Δεν πικραίνονται με την άγνοια τους. Είναι ευτυχισμένοι.
Η εξέλιξη των γεγονότων έφερε τα πάνω κάτω στις ζωές αυτών των ανθρώπων. Η ατυχία τους ήταν ότι βρέθηκαν μέσα στον κυκλώνα των πολιτικών εξελίξεων, με αποτέλεσμα να απωλέσουν κάθε δυνατότητα για μια καλύτερη ζωή και να συμβιβαστούν να ζήσουν με ό,τι μπορούσαν να κερδίσουν. Δεν παραπονιούνται για την ζωή που ζούνε, δεν παραπονιούνται για την φτώχεια τους, δεν κατηγορούν τους προηγούμενους και τους νυν, δεν αναλώνονται σε πολιτικές θεωρίες. Με μια ακλόνητη θέληση για ζωή, μιλούν μονάχα για την μουσική, τον έρωτα, την πίστη, την αγάπη. Για αυτούς, η αξία της ζωής είναι η ίδια η ζωή – και έχουν την θέληση να την ζήσουν, για όσο ακόμη θα ζουν… Προκειμένου να εμπλουτίσει τα πλάνα του, ο Wenders μπαίνει μέσα στα (πολύ φτωχά) σπίτια των Ferer και Segundo, οι οποίοι υποδέχονται το τηλεοπτικό συνεργείο δίχως ενδοιασμούς… δεν ντρέπονται για την φτώχεια τους, δεν νοιάζονται για το παραπάνω. Η στάση τους δημιουργεί έναν προβληματισμό για το τι τελικά έχει αξία στη ζωή...
Θα μπορούσαμε να κάνουμε μια αντιπαραβολή με το δικό μας σήμερα και να διδαχθούμε από την δύναμη τους, να αναγνωρίσουμε επιτέλους το τι είναι το αναγκαίο στη ζωή και τι το περιττό, δίχως να επιμένουμε να φέρουμε τον τίτλο «χαμένη γενιά». Ποια γενιά δεν είναι ή δεν ήταν χαμένη; Μια αναδρομή στην ιστορία του τόπου μας αρκεί. Ανά τους αιώνες, η μοίρα των ανθρώπων επεφύλασσε ελπίδες και διαψεύσεις. Το ίδιο συνέβη και με τους πρωταγωνιστές αυτού του «Buena Vista». Η μοίρα τους φέρθηκε σκληρά, τους επεφύλασσε όμως ένα εντελώς διαφορετικό φινάλε. Έτυχαν της αναγνώρισης που είχαν απωλέσει, αισθάνθηκαν την αγάπη του κόσμου και έφυγαν από τη ζωή πλήρεις ημερών κι συναισθημάτων… 
Και όσο και αν κάποιοι θεωρούν παρωχημένες τις αξίες και το ήθος αυτών των ανθρώπων και επιμένουν να εστιάζουν στην αναζήτηση της ανταμοιβής στο τώρα, δίχως να συμβιβάζονται με την έννοια της «θείας δίκης», θα ζουν στη σκιά της επίπλαστης ευμάρειας. «Και το πρόβλημα μένει πάντα ίδιο – το πρόβλημα και η πρόκληση: Τι (και αν) μαθαίνουν οι χαμένοι απ’ τις ήττες τους, πώς (και αν) κρατάνε το κεφάλι πάνω απ’ τα χαλάσματα, πώς (και αν) καρπίζουν τους πικρούς σπόρους των νικημών…» (1)
(1) Μ. Πλωρίτης, «Χαμένες γενιές – Το αιώνιο έλλειμμα», 29.5.94, Επιφυλλίδες 1989-2004, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, τόμος Β’

Βίντεο: Buena Vista Social club – Chan – chan: από το επίσημο κανάλι της World Circuit στο youtube:
(πηγή: http://www.buenavistasocialclub.com/video/)



Πρώτη δημοσίευση στις 31/1/2017: Buena Vista Social Club - Η «δικαίωση»


Σχόλια

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση των άρθρων από άλλες ιστοσελίδες, δίχως την άδεια του συντάκτη.

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αντώνης Βαρδής - μουσική γεωγραφία

Με τον όρο "Μουσική γεωγραφία", σημαίνει πως επιχειρείται να χαρτογραφηθεί η μουσική υπόσταση ενός καλλιτέχνη μουσικού και, ει δυνατόν, να οριστούν τα πέρατα της δημιουργικότητάς του. Δεν γνωρίζω αν κατάφερα να βρω τις σωστές συντεταγμένες. Άλλωστε, οι απόπειρες αυτές, κρύβουν μια υποκειμενικότητα που, ενίοτε, βρίσκεται (ή κινδυνεύει να βρεθεί) εκτός εποχής. Αλλά πάλι, αν κάτι χαρακτηρίζει τα έργα στις εποχές, είναι αυτό: η ανακολουθία με τον τρέχοντα καιρό τους. Το μόνο, θαρρώ, που είναι διακριτό, είναι το γνήσιο του κινήτρου. Και για τον Αντώνη Βαρδή, το ερέθισμα είναι πάντοτε ειλικρινές. Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που «γράφουν» στη μνήμη μας με έναν ανεξήγητο τρόπο. Στο γιατί αυτής της διαδικασίας, η επίκληση του  αυθόρμητου συναισθηματισμού  ως απάντηση, θα μπορούσε να τερματίσει μονομιάς τη συζήτηση. Στα δικά μου μέτρα όμως, θαρρώ πως αυτή η προσέγγιση είναι πολύ πρόχειρη και επιφανειακή, κυρίως γιατί αγνοεί την ύπαρξη κάποιων διακριτών επιπέδων αυτού του συναισθηματι...

Γιώργος Νταλάρας: Πρώτα μουσικός

Φωτό από τις πρόβες για το αφιέρωμα στον Απ. Καλδάρα- Νάουσα, 5/9/12   Η πρώτη φορά που συνάντησα από κοντά τον  Γιώργο Νταλάρα , ήταν το  2004  στη Θεσσαλονίκη , στα παρασκήνια των... αφιερωματικών του παραστάσεων για τον  Β .  Τσιτσάνη . Περίμενα υπομονετικά τη σειρά μου, καθώς υπήρχαν πολλοί μπροστά μου που ήθελαν να του μιλήσουν. Όσο περνούσε η ώρα, μπορούσα να διακρίνω τους διαλόγους. Οι περισσότεροι, τον επαινούσαν για την φωνή του και την αποδοτικότητα της, εκφράζοντας πλήθος εγκωμίων, φέρνοντάς τον έτσι σε αμηχανία. Όταν ήρθε η σειρά μου, του έδωσα να μου υπογράψει το πρόγραμμα των παραστάσεων. Τότε, του είπα κάτι σχετικό με την  κιθάρα του . Εξεπλάγη και με ρώτησε αν είμαι μουσικός. Του ανέφερα πως είμαι  κιθαρίστας . Έδειξε ενδιαφέρον και ξεκίνησε μια σύντομη συζήτηση περί μουσικών οργάνων, που κατέληξε στην προτροπή «συνέχισε ...

Γιώργος Νταλάρας: Ανάγνωσμα κιθαριστικής πορείας - μια μισοτελειωμένη καταγραφή.

       Η ακόλουθη απόπειρα, αποτελεί το αποτέλεσμα της θέλησης μου να καταγραφεί μια ακολουθία αναμνήσεων, που αφορά το μουσικό κόσμο ενός μουσικού. Το ερώτημα «με τι κιθάρες παίζει ο Νταλάρας;»  μπορεί να απαντηθεί αρκετά ικανοποιητικά, αν θεωρηθεί πως, ό,τι μας έχει δείξει όλα αυτά τα χρόνια σε φωτογραφικά ή τηλεοπτικά στιγμιότυπα, αποτελεί ένα μεγάλο μέρος της πλούσιας συλλογής του. Θα μπορούσα να αναλωθώ σε εικασίες ή σε φήμες, για να φορτώσω και άλλα μοντέλα στη συλλογή του, τα οποία, για διάφορους λόγους, απέφυγε να μας δείξει. Για παράδειγμα, μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν για το αν μια κιθάρα που βρίσκεται πίσω του καθώς παίζει σε ένα στούντιο είναι δική του ή αν εμφανιζόμενος κάπου έκτακτα με ένα άγνωστο, για εμένα, όργανο, αποτελεί προϊόν δικής του συλλογής.       Αν λοιπόν το ερώτημα «με τι κιθάρες παίζει» μπορεί να απαντηθεί με μεγάλη ασφάλεια,  το ερώτημα «πόσες κιθάρες έχει;» δε μπορεί να απαντηθεί με την ίδια σιγου...
Θανάσης Γιώγλου - Σταύρος Κουγιουμτζής: Άσε με πάλι να σου πω Οι μικρές πολιτείες του Σταύρου Κουγιουμτζή, μέσα από τα μάτια (και την ψυχή) του Θανάση Γιώγλου.     Πάει καιρός (και την εποχή του blog του Ελευθερουδάκη) από τότε που έγραψα για τελευταία φορά για κάποιο βιβλίο. Αφορμή για να σπάσω αυτό το αρνητικό σερί,ή ταν η παρουσίαση, πριν από λίγες ημέρες στη Θεσσαλονίκη, του βιβλίου του Θανάση Γιώγλου «Σταύρος Κουγιουμτζής – Άσε με πάλι να σου πω», που αναφέρεται στον βίο και το έργο του Σταύρου Κουγιουμτζή. Πρόκειται για μια καταγραφή που ο χαρακτηρισμός «πλήρης» ίσως να φαντάζει και ελλιπής. Θα τολμούσα να πω πως όποιος διαθέτει το βιβλίο, είναι σαν να έχει στα χέρια του ολόκληρο το έργο του συνθέτη. Και αυτό είναι μια αρχή για εκείνον που ενδιαφέρεται να ανακαλύψει την πορεία του Κουγιουμτζή στα χρόνια. Το παρόν κείμενο φυσικά και δεν αποσκοπεί στο να προμοτάρει το βιβλίο του φίλου Θανάση, γιατί, πολύ απλά… δε μπορεί: πρώτον γιατί το αναγνωστικό κοινό αυτής της συ...

Live at the Acropolis - «για τους Θεούς»

«Αν η θέληση σου, σου προτάσσει ένα δρόμο, ενώ ο κόσμος ακολουθεί τον αντίθετο, τότε ακολούθησε το δρόμο που επιθυμείς. Δεν χρειάζεται να ακολουθείς το σωρό, δεν χρειάζεται να υποκύψεις στις ορέξεις του». Με αυτά τα πατρικά διδάγματα ο  Yanni   πορεύτηκε στη ζωή. Πεισματικά, έβαλε το κεφάλι κάτω και δούλεψε, κατακτώντας την υψηλότερη για αυτόν κορυφή. Μια κορυφή που, μπορεί για τον ίδιο να σήμαινε το τέλος ενός επίπονου δρόμου, σηματοδοτούσε όμως την αρχή μιας νέας και ακόμη συναρπαστικότερης πορείας.  Η ιδέα      Για τον  Yanni , το δικό του όνειρο ζωής, ήταν το να παίξει στο Ηρώδειο. Η αίγλη του θεάτρου, ο Παρθενώνας, που μοιάζει να κρέμεται στην άκρη του Ιερού βράχου και η ιστορία του χώρου, καθιστούν την παρουσία στο ιστορικό Ωδείο μια αξεπέραστη εμπειρία. Μορφές παγκόσμιου βεληνεκούς έχουν σταθεί στο Ηρώδειο:  Fairuz ,  Sinatra ,  Karajan, Κάλλας, για να μην αναφερθούμε και στους εγχώριους καλλιτέχνες . Η χρήση του χώρου αποτελεί έν...

Γιώργος Νταλάρας - Ο τραγουδιστής

επί σκηνής... (φωτό Γιάννη Βελισσαρίδη, πηγή: https://www.georgedalaras.com/photoalbum/on-stage/  ) Προσπαθώντας να τακτοποιήσω μέσα μου το φαινόμενο που λέγεται Νταλάρας, είχα αποπειραθεί το 2013, μέσω ενός άρθρου που δημοσιεύτηκε στο   Ogdoo . gr   (περισσότερα εδώ:  Ogdoo.gr  )  να αποκρυπτογραφήσω τις ορίζουσες που διέβλεπα στην καλλιτεχνική του υπόσταση και πορεία. Στο κείμενο επικεντρώθηκα στη μουσική του ιδιότητα, ισχυριζόμενος πως πρώτα και πάνω από όλα είναι μουσικός. Για να καταλήξω σε αυτό το συμπέρασμα, είχα προηγουμένως αναλωθεί, επί μακρόν είναι η αλήθεια, σε επαναληπτικές ακροάσεις του υλικού του: στο σπίτι, στο αυτοκίνητο, στα ακουστικά του τηλεφώνου μου – ακροάσεις πιο εξαντλητικές, αφού η κάθε επανάληψη εστίαζε και σε διαφορετική πτυχή: στο τραγούδισμα, στην ερμηνεία, στην ενορχήστρωση, στη μουσική φρασεολογία και έπειτα στο συσχετισμό όλων αυτών των παραμέτρων. Η κάθε ακρόαση, που γινόταν στη βάση των προαναφερθέντων κριτηρίων, ...

Όταν ο Frank Sinatra συνάντησε τον Carlos Jobim

Sinatra & Jobim στο στούντιο (1967) Από τον Γενάρη του 1999, το διεθνές αεροδρόμιο του Ρίο ονομάζεται  “Διεθνές αεροδρόμιο Antonio Carlos Jobim” (GIG), ως φόρος τιμής στον καλλιτέχνη που εφηύρε τη bossa nova.  Από το Μάιο του 2008, ένα Αμερικανικό γραμματόσημο φέρει τη μορφή του Frank Sinatra, τιμώντας έτσι τον πλέον ολοκληρωμένο καλλιτέχνη του περασμένου αιώνα. Πώς θα μπορούσαμε να συνδέσουμε αυτά τα δυο γεγονότα; Ένα γραμματόσημο επιτρέπει σε ένα γράμμα ή ένα δώρο για να ταξιδέψει από τη μία άκρη του κόσμου στην άλλη, αλλά η αποστολή προϋποθέτει την αξιοποίηση του εναέριου μέσου μεταφοράς, που θα εξασφαλίζει την παγκοσμιότητα της αποστολής. Αν λοιπόν η φωνή του Sinatra αποτελεί το διαβατήριο για να εισέλθει κάποιος στον μουσικό του κόσμο, τότε σίγουρα η μουσική του Jobim, αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για να ταξιδέψει αυτός ο ήχος στα πέρατα του κόσμου. Θα χρειαστεί να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο 49 ολόκληρα χρόνια, για να δούμε την συνάντηση αυτ...

Βαγγέλης Κορακάκης - Ο ευγενής φιλόσοφος

  Βαγγέλης Κορακάκης – Ο «ευγενής» φιλόσοφος Πολλοί ίσως απορήσουν με τον τίτλο του άρθρου ή ακόμη και να σπεύσουν να κρίνουν την εν λόγω παρομοίωση ως υπερβολική ή άστοχη. «Τι σχέση έχει η ευγένεια με τη φιλοσοφία» θα αναρωτηθεί κάποιος ή «γιατί θα πρέπει ένας φιλόσοφος να είναι απαραίτητα και ευγενής; Και από την άλλη, τι ορίζεται εν τέλει ως φιλοσοφία και τι ως ευγένεια;» ταβέρνα "Γεντί", Θεσσαλονίκη, 16/9/2022 «Μη μιλάς μες στη μιζέρια περί ήθους και τιμής» έλεγε ο Άκης Πάνου στο «Φέρε» που ερμήνευσε ο Γιώργος Νταλάρας το 1982. Και, αναλογιζόμενοι σε βάθος την αλήθεια αυτής της κουβέντας, αυτομάτως κλονίζονται μέσα μας οι επιταγές που πορεύουν τις κοινωνίες μας στα χρόνια. Το ερώτημα του αναγνώστη τώρα αλλάζει: «Επομένως δεν έχουν αντίκρισμα οι ορολογίες, δεν υφίστανται αξίες; Και αν ναι, τότε πως μπορείς να αποκαλείς κάποιον ευγενή ή φιλόσοφο, εφόσον αυτές οι αξίες δεν υπάρχουν;» Η συλλογιστική μου έχει ως αφετηρία την πεποίθηση πως οι τίτλοι δεν ταιριάζουν στ...

Η "Συναυλία" του 1988 και ένας... πόθος

Tο Μάϊο του 2010, η Universal, με την άδεια της Frank Sinatra Enterprises LLC αποκαθιστά ολόκληρο το track list της συνεργασίας του Frank Sinatra και του Antonio Carlos Jobim, διανέμοντας στο κοινό το σύνολο των ηχογραφήσεων τους από το... 1967, καθώς και ακόμη τρία τραγούδια που είχαν μείνει στο συρτάρι (περισσότερα εδώ:  https://ppetrakis.blogspot.com/2020/04/frank-sinatra-carlos-jobim.html). O δίσκος τιτλοφορείται  “Francis Albert Sinatra & Antonio Carlos Jobim: The complete Reprise recordings”  και αποκαθιστά μια "αδικία" που συνέχιζε για σαράντα σχεδόν χρόνια.   Παρόμοια περίπτωση αναγέννησης χαμένου υλικού, συναντάμε και στο μέγα (κιθαριστικό) γεγονός που αφορούσε τη σύμπραξη των Paco De Lucia, Al di Meola και John McLaughlin: οι κοινές τους παραστάσεις το 1980, κυκλοφόρησαν σε δίσκο το 1981, με τίτλο "Friday night in San Francisco". Επρόκειτο για την ηχογράφηση της Παρασκευής, 5 Δεκεμβρίου του 1980. Μόλις πέρσι όμως, ο ίδιος ο Meola ανακοίνωσε πως ...

Lawrence of Arabia - Το έπος

Ένα από τα πιο εμβληματικά κείμενα όλων των εποχών, στην δική μου κρίση, παραμένουν οι  «Επτά Στύλοι της Σοφίας» , του Τ. Ε. Lawrence (1888 – 1935), γνωστού και ως  «Λώρενς της Αραβίας» . Στις 900 περίπου σελίδες του βιβλίου  (μια μικρή αναφορά στο βιβλίο,  εδώ ) , ο Ουαλός συγγραφέας καταγράφει την στρατιωτική του δράση ενάντια των Τούρκων στην Μέση Ανατολή, συνεπικουρούμενος από τις νομαδικές φυλές των Αράβων και των Βεδουίνων, που ζούσαν και δρούσαν στην περιοχή. Το βιβλίο έχει μοναδική γραφή, πληρέστατες περιγραφές προσώπων, ιστορικών γεγονότων, τοπίων, καταιγιστική δράση και μια οπτική ματιά που, με μικρές μόνο αλλαγές στο πέρασμα του χρόνου, φωτογραφίζει την Μέση Ανατολή του σήμερα. Ποιος ήταν ο  Lawrence ; Γεννήθηκε στο  Tremadoc  της Βόρειας Ουαλίας το 1888, σπούδασε στην Οξφόρδη κλασικές γλώσσες, αρχαιολογία και μεσαιωνική ιστορία. Στα 21 του ανακαλύπτει τον Αραβικό κόσμο όταν, στα πλαίσια της διατριβής του, διένυσε έν...