Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Βαγγέλης Κορακάκης - Ο ευγενής φιλόσοφος

 Βαγγέλης Κορακάκης – Ο «ευγενής» φιλόσοφος

Πολλοί ίσως απορήσουν με τον τίτλο του άρθρου ή ακόμη και να σπεύσουν να κρίνουν την εν λόγω παρομοίωση ως υπερβολική ή άστοχη. «Τι σχέση έχει η ευγένεια με τη φιλοσοφία» θα αναρωτηθεί κάποιος ή «γιατί θα πρέπει ένας φιλόσοφος να είναι απαραίτητα και ευγενής; Και από την άλλη, τι ορίζεται εν τέλει ως φιλοσοφία και τι ως ευγένεια;»

ταβέρνα "Γεντί", Θεσσαλονίκη, 16/9/2022

«Μη μιλάς μες στη μιζέρια περί ήθους και τιμής» έλεγε ο Άκης Πάνου στο «Φέρε» που ερμήνευσε ο Γιώργος Νταλάρας το 1982. Και, αναλογιζόμενοι σε βάθος την αλήθεια αυτής της κουβέντας, αυτομάτως κλονίζονται μέσα μας οι επιταγές που πορεύουν τις κοινωνίες μας στα χρόνια.

Το ερώτημα του αναγνώστη τώρα αλλάζει: «Επομένως δεν έχουν αντίκρισμα οι ορολογίες, δεν υφίστανται αξίες; Και αν ναι, τότε πως μπορείς να αποκαλείς κάποιον ευγενή ή φιλόσοφο, εφόσον αυτές οι αξίες δεν υπάρχουν;»

Η συλλογιστική μου έχει ως αφετηρία την πεποίθηση πως οι τίτλοι δεν ταιριάζουν στους ανθρώπους. Πέρα από το γεγονός πως για κάποιους μπορεί να είναι άβολοι ή και δύσκολοι στο να τους διαχειριστούν, οι τίτλοι υπονοούν διακρίσεις και, στα δικά μου μάτια, αυτή η διαδικασία προκρίνει (άδολα ή όχι είναι ένα άλλο, μεγάλο ζήτημα) την κατηγοριοποίηση μεταξύ των ανθρώπων – γεγονός που αντιβαίνει στην αίσθηση περί διακαίου ή ισότητας. Και από την άλλη, αυτή η προοπτική/πιθανότητα της μιζέριας που αναφέρει ο Πάνου, τρομάζει με τα ερωτηματικά που γεννά για το πως – και σε τι – μπορεί να μεταμορφωθεί η φύση του ανθρώπου όταν φτάσει στο γκρεμό – ή πέσει σε αυτόν.

Με τη θεώρηση πως το σενάριο της μιζέριας είναι μακρινό για την πραγματικότητα μας, θα πρέπει να ξεκαθαρίσω πως δεν προκρίνω την ισοπέδωση των αξιών, ούτε και είμαι κατά της ανάδειξης των στοιχείων εκείνων που κάνουν έναν άνθρωπο διαφορετικό από τους άλλους. Η διαφορετικότητα όμως αυτή δεν οφείλεται στην ανωτερότητα κάποιων ανθρώπων έναντι άλλων, αλλά στην ικανότητα τους να αντιλαμβάνονται τα ίδια ερεθίσματα με το δικό τους τρόπο και να παράγουν τα δικά τους αποτελέσματα. Με άλλα λόγια, μιλώ για το ταλέντο, που στον καθένα από εμάς είναι διαφορετικό. Και έτσι, καταλήγουμε στο σημείο να στέκει μπροστά μας ένας πλουραλισμός χαρακτήρων.

Πίσω από αυτή τη διαπίστωση, αποκαλύπτεται η ύπαρξη του (μοναδικού) τρόπου του καθενός από εμάς. Γιατί ο τρόπος μας, μαρτυρά τη δική μας ύπαρξη και εν τέλει τη δική μας αλήθεια. Και εδώ, εισβάλει στο μυαλό μου, σχεδόν βίαια, ο ακόλουθος στίχος του Βαγγέλη Κορακάκη:

 «Η αλήθεια καθενός είναι ο δρόμος του»

Επομένως ο όρος «ευγενής φιλόσοφος» δεν αποδίδεται ως τίτλος ή ταμπέλα διακριτική. Απευθύνεται στον τρόπο του καθενός – και στην προκειμένη περίπτωση, στον τρόπο του Βαγγέλη Κορακάκη.

 

Εν αρχή ην ο Λόγος

Ένα από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το δικό του τρόπο, είναι η στιχουργική του ταυτότητα. Επίτηδες δεν τον αναφέρω πρώτα ως συνθέτη, γιατί, όπως λέει και ο Ευαγγελιστής, εν αρχή ην ο Λόγος και, παρότι μουσικός, δε μπορώ να μην αναγνωρίσω τη μοναδική του ικανότητα να ποιεί το Λόγο στο σήμερα όπως λίγοι. Ίσως ελάχιστοι. Ίσως και μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού.

Αυτή του η ιδιότητα δεν αποτελεί μειονέκτημα. Μπορεί να φαίνεται παρωχημένος, παλαιομοδίτης ή και εκτός κλίματος, μπροστά στους μουσικούς μας καιρούς που προτιμούν τους εύκολους στίχους, για να απομνημονεύονται εύκολα και να τρυπώνουν με το πρώτο στα στόματα των ακροατών. Ο Κορακάκης ξεφεύγει από αυτή τη μέγγενη, «πηδάει τη μάντρα» που χτίζουν οι διαχειριστές του μουσικού προϊόντος προκειμένου να το ελέγχουν και βουτάει στο Λόγο με λέξεις όχι φανταχτερές ή υπερβολικές, αλλά ουσιαστικές, με νοήματα που, από το πρώτο τους κιόλας άκουσμα, σε καθίζουν, με την βοήθεια και της μουσικής του βέβαια, να προσέξεις το τι θέλει να πει. Και τότε ανακαλύπτεις, ένα μέρος τουλάχιστον, αυτού του μεγαλείου:


Μέ τό φανέρωμα τῆς πρώτης ἡλιαχτίδας

κάτι γεννιέται πού τή λύτρωση γυρεύει

ἔτη φωτός πού ταξιδεύει και παλεύει

μέ τήν ὀσμή τοῦ κεραυνοῦ καί τῆς ἐλπίδας.  

Γίνεται κάμπος νέας γῆς εὐτυχισμένης

σάν τήν ἀνάπαυση χρησμοῦ τῆς θείας δίκης

στήνουν βασίλειο τοῦ πόθου καί τῆς νίκης

γενιές στά τρίκορφα βουνά τῆς οἰκουμένης.  

Κάτι πού ἔχει τήν ἠχώ ἀπ' το τριζόνι

ὅπως ἡ ἄδολη σιωπή ἀπ' το καντήλι

μέ ἀνοιξιάτικο μανδύα χαμομήλι

κάτι γεννιέται, κάτι φτάνει καί ριζώνει.


--> Άδολη σιωπή

 

To εξώφυλλο του δίσκου "Άδολη σιωπή", 2021

Μιλώντας ως απλός ακροατής, μουσικός και λάτρης του λόγου, θεωρώ πως, πέραν του δημιουργού, κανείς δεν έχει την πολυτέλεια να ερμηνεύσει στο απόλυτο το τι νοήματα κρύβουν οι, εν προκειμένω, συγκεκριμένοι στίχοι, γιατί ο καθένας μας αντιλαμβάνεται την ουσία σύμφωνα με τα δικά του βιώματα και τις δικές του σκέψεις. Αυτή η διαδικασία μπορεί να οδηγεί την ερμηνεία σε διαφορετικά κάθε φορά αποτελέσματα και ενδεχομένως να καταλήγει εκεί που δεν φανταζόταν – ή δεν αποσκοπούσε – ο στιχουργός. Αυτό όμως συμβαίνει με όλα τα μεγάλα τραγούδια που έχουν κάτι να πουν.

Το σημαντικό είναι πως δημιουργοί σαν τον Κορακάκη βάζουν τον (κακά τα ψέματα) συνειδητοποιημένο ακροατή να αναζητήσει τι είναι αυτό που ακούει. Και να ερμηνεύσει με το δικό του τρόπο το τι σηματοδοτεί η «πρώτη ηλιαχτίδα» ή ποια είναι αυτή η «άδολη σιωπή» και τι κρύβει από πίσω της, πέρα από την έντονη εικόνα που περιγράφει.

Η «Άδολη σιωπή», ως δίσκος στο σύνολο του και στα δικά μου μουσικά μέτρα, είναι ένα σημείο καμπής στην καλλιτεχνική του πορεία, όπου με όχημα το στίχο και καπετάνιο τη μουσική περνάει στο επόμενο επίπεδο. Ίσως αυτή η εξέλιξη να οφείλεται στην ωρίμανση του καλλιτέχνη που έρχεται με τα χρόνια και αντιλαμβάνεται τα πράγματα με άλλο τρόπο, ίσως πάλι να είναι απλά μια (ακόμη) καλή του στιγμή.

Ενδεχόμενα κάποιοι να θεωρήσουν ως επιτηδευμένη αυτήν τη στιχούργικη άποψη. Είμαι σίγουρος πως δεν γίνεται επειδή αρέσκεται να γράφει «δύσκολα», ούτε γιατί θέλει να εντυπωσιάσει το κοινό με τη δυνατότητά του να γράφει πυκνά. Άλλωστε μας έχει αποδείξει πως μπορεί να δώσει μεγάλα νοήματα και με τις πιο απλές λέξεις:

Η ελπίδα μας χαμένη 

και η μοίρα μας γραμμένη στου διαβόλου το κιτάπι

να του βγει το μάτι

Αν μη τι άλλο, αυτή η απλότητα δε συνιστά φιλοσοφία;

Σε ό,τι αφορά τον πρώτο όρο του τίτλου, αξιοσημείωτο είναι ότι καταθέτει τις στιχουργικές του ενστάσεις και δική του οπτική, ενδεδυμένος ένα μανδύα ευγένειας. Δε βωμολοχεί, δε βρίζει, ούτε ειρωνεύεται. Πιστεύει στην δύναμη των λέξεων και λέει αυτό που θέλει να πει με μια πραότητα, που έχει τόση σιγουριά που γίνεται πίστη βαθιά – και η αίσθηση μου αυτή, προεκταμένη, τείνει κάποιες στιγμές να αγγίζει τα όρια του θείου. Η περιφρόνηση του Χάρου συνηγορεί σε αυτή την ερμηνεία:

Χάρε σκληρέ, που ψάχνεις θύματα
την περηφάνια μας δεν ακουμπάς.
Χάρε σκληρέ, κι αν στήνεις μνήματα,
είσαι πεντάρφανος και φουκαράς.

Πάντοτε αναρωτιόμουν (και αναρωτιέμαι) αν αυτές οι αναζητήσεις έχουν τελικά νόημα στην εποχή μας ή μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης με άλλους ανθρώπους. Γνωρίζω όμως ότι στη ζωή μας έχουν θέση  πράγματα που μας ωθούν σε ένα ξοδεμα ψυχής, που μας «αναγκάζουν» να αναλωθούμε σε ένα βαθύτερο στοχασμό. Και μόνο αυτή η διαδικασία, δείχνει πως προσπάθειες σαν του Κορακάκη (και άλλων δημιουργών, ας μην αδικώ) έχουν τη δική τους θέση στον καιρό μας – και την ψυχή μας.

 

Ρε - Λα - Ρε

            Μόνο τυχαίες δεν είναι οι νότες της κεφαλίδας. Είναι οι (δυο) νότες που παίζονται στο τρίχορδο μπουζούκι, χωρίς να χρησιμοποιείς το αριστερό σου χέρι (ο αριστερόχειρας Βασίλης Κορακάκης ίσως ξινίζει το πρόσωπο του τώρα, αλλά αναφέρομαι στους δεξιόχειρες που κρατούν την πένα με το δεξί τους χέρι). Είναι τα τέλια του μπουζουκιού που τόσο θάμπωσαν τα παιδικά μάτια του Βαγγέλη, που είπε «αυτό θέλω, αυτό αγαπώ να κάνω!»

Το ταλέντο του το δούλεψε πολύ για να καρποφορήσει. Ο ίδιος εκμυστηρεύεται πως έπεσε με τα μούτρα στο «διάβασμα» και αυτό φαίνεται από τις πολύτροπες μελωδίες του, αλλά και από την ευκολία με την οποία «σκάβει» την ταστιέρα του μπουζουκιού του. Βλέποντας τον κανείς σκυμμένο στο οργανάκι του, φαίνεται να «χάνεται» στις νότες που παίζει, ενώ με τα κλειστά του μάτια ταξιδεύει στις εικόνες που σχηματίζουν στο μυαλό του οι στίχοι του. Η εικόνα του να τραγουδά το «Χωματόδρομο» μπροστά στα μάτια μου στo «Γεντί», στα Κάστρα της Θεσαλονίκης, έχει χαραχτεί για τα καλά μέσα μου. Θαρρείς και είχε αφήσει εκείνη τη στιγμή και είχε μεταφερθεί στην παιδική του ηλικία:

Χωματόδρομος


 Επι του προσωπικού

            Δε θυμάμαι πότε ήταν η πρώτη φορά που άκουσα τραγούδι του Βαγγέλη Κορακάκη. Αυτό συνέβη, όχι γιατί δε μου έκανε εντύπωση κάποιο τραγούδι του – απεναντίας, οι δημιουργίες του βρίθουν πρωτοτυπίας και φαντασίας – αλλά γιατί τα τραγούδια του πέρασαν στη μουσική μου βιβλιοθήκη δίχως να επιδιώξω συνειδητά την ένταξή τους. Εισχώρησαν ακάλεστα στο μουσικό μου κόσμο και μπλέχτηκαν με μεγάλη ευκολία με τα ακούσματα μου, όπως εισχωρεί το αεράκι στη φυλλωσιά των δέντρων. Και όταν αναζήτησα την πρώτη φορά το δημιουργό τους, εντυπωσιάστηκα που άκουσα ένα μη δημοφιλές όνομα.

Τα πονήματά του, παρότι δημιουργήματα του σήμερα, θαρρείς πως έρχονται από το παρελθόν. Κάποιες στιγμές, μοιάζει να ακούς τραγούδια της δεκαετίας του 60 ή του 70, που έμειναν στα «ράφια» των δισκογραφικών εταιριών και μόλις σήμερα βρήκαν την ευκαιρία να το σκάσουν από τις δισκογραφικές και να αναδυθούν στο παρόν. Αυτό μόνο κακό δεν είναι, αφού αυτή η ιδιότητα γεννά στον (συνειδητοποιημένο πάντα) ακροατή μια οικειότητα με το υλικό. Όταν ξεκινήσουν οι πρώτες νότες, νιώθεις πως ακούς κάτι που είχες ξανακούσει παιδί ή πως βρήκες στα χέρια σου ένα δίσκο του πατέρα σου που ακούγατε μαζί. Και αυτή η αίσθηση, βάζει αμέσως στην καρδιά σου τον δημιουργό.

Σύμφωνα με τον ίδιο τον Κορακάκη, ο καλλιτεχνικός του δαίμων και άγγελος,  ήταν ο… Άγγελος Σφακιανάκης. Ο τελευταίος, ακούγοντας το 1985 στο δίσκο "Στρατόπεδα και πλοία" τα πρώτα συνθετικά δείγματα του Κορακάκη, του ζήτησε να μπει στη διαδικασία να γράψει ένα δίσκο. Από εκείνη τη στιγμή ξεκινά και επισήμως το ταξίδι, με πρώτη στάση το 1988 και τους «Άρχοντες». Με προεξέχοντα τα «Πρώτο φθινόπωρο», τη «Σκέψη της τρελής» και το «Έρχονται βράδια», το νερό μπαίνει αμέσως στο αυλάκι.

Ακολουθεί μια συνοπτική καταγραφή της δισκογραφίας του, τόσο με προσωπικές, όσο και συμμετοχικές παρουσίες:

 

1985: Σε στρατόπεδα και πλοία [3 τραγούδια, μόνο μουσική, σε στίχους Τάσου Σαμαρτζή]

1988: Οι Άρχοντες

1991: Μαθήματα πατριδογνωσίας (συμμετοχή με 1 τραγούδι)

1992: Μπουζουξήδες με πυξίδες

1993: Αντίθετη πορεία (συμμετοχή με 2 τραγούδια)

1993: Λαύριο

1995: Πικρό Φιλί

1996: Εκεί που σβήνει ο άνεμος

1998: Του έρωτα και της φυγής (συμμετοχή με 7 τραγούδια)

1998: Φυσάει τρελός βοριάς (συμμετοχή με 6 τραγούδια)

2000: Στη φωτιά να ρίχνεις μέλι (συμμετοχή με 1 τραγούδι)

2002: Κρύπτη

2002: Μικρός Απρίλης

2003: 13 Λαϊκά Γλυκοσέρτικα (συμμετοχή με 1 τραγούδι)

2003: Λαϊκά με συστάσεις (συμμετοχή με 1 τραγούδι)

2004: Απ’την αγάπη γυρίζω μόνος

2004: Το Βέλος

2005: 12 σολίστες μία φωνή (συμμετοχή με 1 τραγούδι)

2006: Λαύριο (Digital Remastering)

2006: Γλυκοχαράματα

2007: Ο Βαγγέλης Κορακάκης στη Μαγιοπούλα

2007: Δεξιοτέχνες και ερμηνείες 2 - Κώστας Καλαφάτης (συμμετοχή με 3 τραγούδια)

2008: Πράγματα απλά (συμμετοχή με το τραγούδι "Στον άδικο το δρόμο μου" που ερμηνεύει ο Σπύρος Πατράς)

2009: Λεβέντικες καρδιές

2010: Ο Σεβντάς (συμμετοχή με 1 τραγούδι)

2010: Παγίδα η νοσταλγία (συμμετοχή με 1 τραγούδι)

2012: Χωματόδρομος

2016: Θαλασσινά Παλάτια

2021: Άδολη σιωπή


      Ακούγοντας τη δισκογραφία του στο σύνολο της, αντιλαμβάνεται κανείς πως μέσα του κουβαλάει ακέραια τα μηνύματα που έχει περάσει στο λαό το λαϊκό τραγούδι, ενώ είναι γνώστης και λαμπαδηδρόμος του τρόπου με τον οποίο το αξιοποίησαν οι μεγάλοι συνθέτες του παρελθόντος. Και έτσι, με τα βιώματά του και έχοντας στο μυαλό του ολόκληρη την ιστορία του λαϊκού τραγουδιού, «γράφει πάρτες», βγαίνει στο σανίδι και δίνεται ψυχή τε και σώματι. Το γεγονός ότι δεν είναι τραγουδιστής ώστε να επιδιώκει την προβολή και την επικαιρότητα, τον απαλλάσσει από το άγχος αυτής της δέσμευσης και έτσι μπορεί απερίσπαστος να ασχοληθεί με τα δικά του. Όντας ανεξάρτητος δημιουργός, με την έννοια ότι δεν βασίζεται σε άλλους για να βρει μελωδίες ή στίχους και να φτιάξει τραγούδια, γράφει όποτε τα ερεθίσματα, κοινωνικά ή μη, ενοχλούν τις κεραίες του. Αυτό σημαίνει πως συνθέτει βιωματικά τραγούδια, γεγονός που ερμηνεύεται πως αναλώνονται στην αλήθεια. Και αυτή η εξέλιξη καθιστά τα τραγούδια αυτά κτήμα όλων.

Μπορεί να εικάσει κανείς πως η τάση του προς τη σύνθεση προήλθε από την αντιμαχία των βιωματικών του ακουσμάτων, που κυριαρχούν στο μουσικό του υποσυνείδητο και της ικανότητας του να γεννά μελωδίες, που κοχλάζουν στο μυαλό του. Παρόλο που αυτός ο (άτυπος) ανταγωνισμός είναι ένα από τα βασικότερα αίτια αυτής της δημιουργικότητας, είναι δύσκολο – ή και άδικο – να στηρίξουμε αυτήν την ικανότητα πάνω σε αυτόν τον ανταγωνισμό. Γιατί τότε η συζήτηση μεταφέρεται στο αν η τάση του να συνθέτει είναι το αβγό και ο εσωτερικός του ανταγωνισμός η κότα. Το μόνο σίγουρο, είναι πως οι δυο αυτές παράμετροι βαδίζουν παράλληλα και εμείς είμαστε οι κοινωνοί αυτής της πορείας.

 

 Αντί επιλόγου

             Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για την κατακλείδα αυτής αναφοράς από το ανατρέξω στην αρχή του κειμένου και τον Άκη Πάνου, ο οποίος, προλογίζοντας το «Θέλω να τα πω», είχε πει στο οπισθόφυλλο του δίσκου πως «τραγικό είναι να σε δέχονται χωρίς να σε καταλαβαίνουν»

           Έχω την βεβαιότητα πως ο Βαγγέλης Κορακάκης, έχει την τύχη να τον αποδέχεται ο κόσμος ακριβώς γιατί τον καταλαβαίνει.


Πηγή φωτό, βίντεο: Λαϊκό γλέντι με τον Βαγγέλη Κορακάκη στο «Γεντί» της Σαλονίκης


    Υ.γ. ευχαριστώ το φίλο μου Θανάση Γιώγλου που με τίμησε καλώντας με στο γλέντι του "Γεντί"... είναι άλλο πράγμα να ακούς από τρίτους το τι εστί ένας καλλιτέχνης που αγαπάς και άλλο να έχεις την τύχη να τον συναντάς από κοντά. Θανάση ευχαριστώ - γενικώς!

Σχόλια

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση των άρθρων από άλλες ιστοσελίδες, δίχως την άδεια του συντάκτη.

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αντώνης Βαρδής - μουσική γεωγραφία

Με τον όρο "Μουσική γεωγραφία", σημαίνει πως επιχειρείται να χαρτογραφηθεί η μουσική υπόσταση ενός καλλιτέχνη μουσικού και, ει δυνατόν, να οριστούν τα πέρατα της δημιουργικότητάς του. Δεν γνωρίζω αν κατάφερα να βρω τις σωστές συντεταγμένες. Άλλωστε, οι απόπειρες αυτές, κρύβουν μια υποκειμενικότητα που, ενίοτε, βρίσκεται (ή κινδυνεύει να βρεθεί) εκτός εποχής. Αλλά πάλι, αν κάτι χαρακτηρίζει τα έργα στις εποχές, είναι αυτό: η ανακολουθία με τον τρέχοντα καιρό τους. Το μόνο, θαρρώ, που είναι διακριτό, είναι το γνήσιο του κινήτρου. Και για τον Αντώνη Βαρδή, το ερέθισμα είναι πάντοτε ειλικρινές. Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που «γράφουν» στη μνήμη μας με έναν ανεξήγητο τρόπο. Στο γιατί αυτής της διαδικασίας, η επίκληση του  αυθόρμητου συναισθηματισμού  ως απάντηση, θα μπορούσε να τερματίσει μονομιάς τη συζήτηση. Στα δικά μου μέτρα όμως, θαρρώ πως αυτή η προσέγγιση είναι πολύ πρόχειρη και επιφανειακή, κυρίως γιατί αγνοεί την ύπαρξη κάποιων διακριτών επιπέδων αυτού του συναισθηματι

Γιώργος Νταλάρας: Πρώτα μουσικός

Φωτό από τις πρόβες για το αφιέρωμα στον Απ. Καλδάρα- Νάουσα, 5/9/12   Η πρώτη φορά που συνάντησα από κοντά τον  Γιώργο Νταλάρα , ήταν το  2004  στη Θεσσαλονίκη , στα παρασκήνια των... αφιερωματικών του παραστάσεων για τον  Β .  Τσιτσάνη . Περίμενα υπομονετικά τη σειρά μου, καθώς υπήρχαν πολλοί μπροστά μου που ήθελαν να του μιλήσουν. Όσο περνούσε η ώρα, μπορούσα να διακρίνω τους διαλόγους. Οι περισσότεροι, τον επαινούσαν για την φωνή του και την αποδοτικότητα της, εκφράζοντας πλήθος εγκωμίων, φέρνοντάς τον έτσι σε αμηχανία. Όταν ήρθε η σειρά μου, του έδωσα να μου υπογράψει το πρόγραμμα των παραστάσεων. Τότε, του είπα κάτι σχετικό με την  κιθάρα του . Εξεπλάγη και με ρώτησε αν είμαι μουσικός. Του ανέφερα πως είμαι  κιθαρίστας . Έδειξε ενδιαφέρον και ξεκίνησε μια σύντομη συζήτηση περί μουσικών οργάνων, που κατέληξε στην προτροπή «συνέχισε το, μην σταματήσεις». Φυσικά, δεν σκόπευα να σταματήσω... Εκείνο όμως που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, μετά την  πρώτη μου επαφή 

Γιώργος Νταλάρας: Ανάγνωσμα κιθαριστικής πορείας - μια μισοτελειωμένη καταγραφή.

       Η ακόλουθη απόπειρα, αποτελεί το αποτέλεσμα της θέλησης μου να καταγραφεί μια ακολουθία αναμνήσεων, που αφορά το μουσικό κόσμο ενός μουσικού. Το ερώτημα «με τι κιθάρες παίζει ο Νταλάρας;»  μπορεί να απαντηθεί αρκετά ικανοποιητικά, αν θεωρηθεί πως, ό,τι μας έχει δείξει όλα αυτά τα χρόνια σε φωτογραφικά ή τηλεοπτικά στιγμιότυπα, αποτελεί ένα μεγάλο μέρος της πλούσιας συλλογής του. Θα μπορούσα να αναλωθώ σε εικασίες ή σε φήμες, για να φορτώσω και άλλα μοντέλα στη συλλογή του, τα οποία, για διάφορους λόγους, απέφυγε να μας δείξει. Για παράδειγμα, μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν για το αν μια κιθάρα που βρίσκεται πίσω του καθώς παίζει σε ένα στούντιο είναι δική του ή αν εμφανιζόμενος κάπου έκτακτα με ένα άγνωστο, για εμένα, όργανο, αποτελεί προϊόν δικής του συλλογής.       Αν λοιπόν το ερώτημα «με τι κιθάρες παίζει» μπορεί να απαντηθεί με μεγάλη ασφάλεια,  το ερώτημα «πόσες κιθάρες έχει;» δε μπορεί να απαντηθεί με την ίδια σιγουριά. Και αυτό γιατί χρειάζεται και η δική του συμβολή

Live at the Acropolis - «για τους Θεούς»

«Αν η θέληση σου, σου προτάσσει ένα δρόμο, ενώ ο κόσμος ακολουθεί τον αντίθετο, τότε ακολούθησε το δρόμο που επιθυμείς. Δεν χρειάζεται να ακολουθείς το σωρό, δεν χρειάζεται να υποκύψεις στις ορέξεις του». Με αυτά τα πατρικά διδάγματα ο  Yanni   πορεύτηκε στη ζωή. Πεισματικά, έβαλε το κεφάλι κάτω και δούλεψε, κατακτώντας την υψηλότερη για αυτόν κορυφή. Μια κορυφή που, μπορεί για τον ίδιο να σήμαινε το τέλος ενός επίπονου δρόμου, σηματοδοτούσε όμως την αρχή μιας νέας και ακόμη συναρπαστικότερης πορείας.  Η ιδέα      Για τον  Yanni , το δικό του όνειρο ζωής, ήταν το να παίξει στο Ηρώδειο. Η αίγλη του θεάτρου, ο Παρθενώνας, που μοιάζει να κρέμεται στην άκρη του Ιερού βράχου και η ιστορία του χώρου, καθιστούν την παρουσία στο ιστορικό Ωδείο μια αξεπέραστη εμπειρία. Μορφές παγκόσμιου βεληνεκούς έχουν σταθεί στο Ηρώδειο:  Fairuz ,  Sinatra ,  Karajan, Κάλλας, για να μην αναφερθούμε και στους εγχώριους καλλιτέχνες . Η χρήση του χώρου αποτελεί ένα παράσημο για κάθε καλλιτέχνη, μια απόδειξη πως
Θανάσης Γιώγλου - Σταύρος Κουγιουμτζής: Άσε με πάλι να σου πω Οι μικρές πολιτείες του Σταύρου Κουγιουμτζή, μέσα από τα μάτια (και την ψυχή) του Θανάση Γιώγλου.     Πάει καιρός (και την εποχή του blog του Ελευθερουδάκη) από τότε που έγραψα για τελευταία φορά για κάποιο βιβλίο. Αφορμή για να σπάσω αυτό το αρνητικό σερί,ή ταν η παρουσίαση, πριν από λίγες ημέρες στη Θεσσαλονίκη, του βιβλίου του Θανάση Γιώγλου «Σταύρος Κουγιουμτζής – Άσε με πάλι να σου πω», που αναφέρεται στον βίο και το έργο του Σταύρου Κουγιουμτζή. Πρόκειται για μια καταγραφή που ο χαρακτηρισμός «πλήρης» ίσως να φαντάζει και ελλιπής. Θα τολμούσα να πω πως όποιος διαθέτει το βιβλίο, είναι σαν να έχει στα χέρια του ολόκληρο το έργο του συνθέτη. Και αυτό είναι μια αρχή για εκείνον που ενδιαφέρεται να ανακαλύψει την πορεία του Κουγιουμτζή στα χρόνια. Το παρόν κείμενο φυσικά και δεν αποσκοπεί στο να προμοτάρει το βιβλίο του φίλου Θανάση, γιατί, πολύ απλά… δε μπορεί: πρώτον γιατί το αναγνωστικό κοινό αυτής της συγγραφικής γωνι

Όταν ο Frank Sinatra συνάντησε τον Carlos Jobim

Sinatra & Jobim στο στούντιο (1967) Από τον Γενάρη του 1999, το διεθνές αεροδρόμιο του Ρίο ονομάζεται  “Διεθνές αεροδρόμιο Antonio Carlos Jobim” (GIG), ως φόρος τιμής στον καλλιτέχνη που εφηύρε τη bossa nova.  Από το Μάιο του 2008, ένα Αμερικανικό γραμματόσημο φέρει τη μορφή του Frank Sinatra, τιμώντας έτσι τον πλέον ολοκληρωμένο καλλιτέχνη του περασμένου αιώνα. Πώς θα μπορούσαμε να συνδέσουμε αυτά τα δυο γεγονότα; Ένα γραμματόσημο επιτρέπει σε ένα γράμμα ή ένα δώρο για να ταξιδέψει από τη μία άκρη του κόσμου στην άλλη, αλλά η αποστολή προϋποθέτει την αξιοποίηση του εναέριου μέσου μεταφοράς, που θα εξασφαλίζει την παγκοσμιότητα της αποστολής. Αν λοιπόν η φωνή του Sinatra αποτελεί το διαβατήριο για να εισέλθει κάποιος στον μουσικό του κόσμο, τότε σίγουρα η μουσική του Jobim, αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για να ταξιδέψει αυτός ο ήχος στα πέρατα του κόσμου. Θα χρειαστεί να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο 49 ολόκληρα χρόνια, για να δούμε την συνάντηση αυτών των δυο ξεχ

Lawrence of Arabia - Το έπος

Ένα από τα πιο εμβληματικά κείμενα όλων των εποχών, στην δική μου κρίση, παραμένουν οι  «Επτά Στύλοι της Σοφίας» , του Τ. Ε. Lawrence (1888 – 1935), γνωστού και ως  «Λώρενς της Αραβίας» . Στις 900 περίπου σελίδες του βιβλίου  (μια μικρή αναφορά στο βιβλίο,  εδώ ) , ο Ουαλός συγγραφέας καταγράφει την στρατιωτική του δράση ενάντια των Τούρκων στην Μέση Ανατολή, συνεπικουρούμενος από τις νομαδικές φυλές των Αράβων και των Βεδουίνων, που ζούσαν και δρούσαν στην περιοχή. Το βιβλίο έχει μοναδική γραφή, πληρέστατες περιγραφές προσώπων, ιστορικών γεγονότων, τοπίων, καταιγιστική δράση και μια οπτική ματιά που, με μικρές μόνο αλλαγές στο πέρασμα του χρόνου, φωτογραφίζει την Μέση Ανατολή του σήμερα. Ποιος ήταν ο  Lawrence ; Γεννήθηκε στο  Tremadoc  της Βόρειας Ουαλίας το 1888, σπούδασε στην Οξφόρδη κλασικές γλώσσες, αρχαιολογία και μεσαιωνική ιστορία. Στα 21 του ανακαλύπτει τον Αραβικό κόσμο όταν, στα πλαίσια της διατριβής του, διένυσε ένα ταξίδι 1800 χιλιομέτρων στη Συρί

Η "Συναυλία" του 1988 και ένας... πόθος

Tο Μάϊο του 2010, η Universal, με την άδεια της Frank Sinatra Enterprises LLC αποκαθιστά ολόκληρο το track list της συνεργασίας του Frank Sinatra και του Antonio Carlos Jobim, διανέμοντας στο κοινό το σύνολο των ηχογραφήσεων τους από το... 1967, καθώς και ακόμη τρία τραγούδια που είχαν μείνει στο συρτάρι (περισσότερα εδώ:  https://ppetrakis.blogspot.com/2020/04/frank-sinatra-carlos-jobim.html). O δίσκος τιτλοφορείται  “Francis Albert Sinatra & Antonio Carlos Jobim: The complete Reprise recordings”  και αποκαθιστά μια "αδικία" που συνέχιζε για σαράντα σχεδόν χρόνια.   Παρόμοια περίπτωση αναγέννησης χαμένου υλικού, συναντάμε και στο μέγα (κιθαριστικό) γεγονός που αφορούσε τη σύμπραξη των Paco De Lucia, Al di Meola και John McLaughlin: οι κοινές τους παραστάσεις το 1980, κυκλοφόρησαν σε δίσκο το 1981, με τίτλο "Friday night in San Francisco". Επρόκειτο για την ηχογράφηση της Παρασκευής, 5 Δεκεμβρίου του 1980. Μόλις πέρσι όμως, ο ίδιος ο Meola ανακοίνωσε πως βρέθ

Yanni - Tribute

Το 1997 αποτέλεσε τόσο για την Ινδία όσο και για την Κίνα ένα έτος – ορόσημο: η μεν Ινδία, ένα έθνος νέο αλλά με πανάρχαια κουλτούρα και ιστορία, γιόρταζε την 50η επέτειο της ανεξαρτησίας της από την Βρετανική κυριαρχία, η δε Κίνα, επανένταξε στα εδάφη της το Χονγκ – Κονγκ, που ήταν Βρετανική αποικία για 155 ολόκληρα χρόνια. Το 1997 όμως, αποτελεί και ένα έτος – σταθμό για τον ελληνικής καταγωγής μουσικοσυνθέτη Yanni (Γιάννης Χρυσομάλλης κατά το ελληνικότερο), ο οποίος, μετά την παγκόσμια επιτυχία του άλμπουμ « Live at the Acropolis » το 1993, επιλέγει να εμφανιστεί σε αυτές τις δυο χώρες και να συνδράμει με την μουσική του στις εορταστικές εκδηλώσεις. Με μια ορχήστρα 45 μουσικών, κάθε εθνικότητας και χρώματος, ο Yanni συνθέτει νέες μουσικές και εμφανίζεται στο μνημειώδες Taj Mahal στο Agra της Ινδίας και στην Απαγορευμένη Πόλη του Πεκίνου, κερδίζοντας έτσι τον τίτλο του πρώτου καλλιτέχνη που παίζει σε αυτά τα δυο μέρη. Το πρωτότυπο του εγχειρήματος ίσως να οφείλεται και σε μια παθητι